Έχουμε την χαρά να σας παρουσιάσουμε μια από τις πιο μοντέρνες κλασικές μοτοσικλέτες της Αγγλικής φίρμας της Triumph, με διαχρονική όμως αξία, που ακούει στο όνομα Bonneville.
Το όνομα αυτό γεννήθηκε από μια αλμυρή διάσημη πεδιάδα με επίπεδη επιφάνεια στην Utah των Η.Π.Α. μήκους 12 μιλίων ( 19 χιλιομέτρων) του Bonneville.
Εκείνη την εποχή λίγο πριν το 1960, η Triumph προσπάθησε να σπάσει το ρεκόρ ταχύτητας με μοτοσικλέτα, μαζί με άλλους κατασκευαστές.
Η πρώτη μοτοσικλέτα με την συγκεκριμένη ονομασία, βασίζεται σε ένα δικύλινδρο εν σειρά κινητήρα τεσσάρων χρόνων που κατασκευάζεται αδιαλείπτως εδώ και τρεις γενιές από το 1959-1983 η πρώτη, 1985-1983 η δεύτερη, και από το 2001 μέχρι σήμερα η τρίτη.
Οι πιο μεγάλοι σε ηλικία θα θυμούνται ακόμα τον Steve Mc Queen τον διάσημο ηθοποιό, μεγάλο θαυμαστή και λάτρη της ταχύτητας αλλά και της μοτοσικλέτας, να οδηγεί την Triumph Bonneville είτε σόλο, είτε με συνεπιβάτη πολύ όμορφες γυναίκες.
Περνώντας στο σήμερα με την T 120 των 1200 κ.εκ. η Triumph ανανέωσε την κλασική της κυρία με προδιαγραφές Euro 5.
Κοιτώντας της με την πρώτη ματιά, αντιλαμβάνεσαι ότι οι σχεδιαστές και μηχανικοί της δεν έχουν αλλάξει καθόλου τη μορφή της T 120, απεναντίας κράτησαν τη σιλουέτα που έρχεται από το 2000 με τις αντίστοιχες Bonneville των 790, 863 και των 900 κ.εκ.
Ο ψεκασμός που υπάρχει πλέον είναι καμουφλαρισμένος, ως σαν καρπυλατέρ εποχής με ανάγλυφο χαραγμένο το έτος 1902 που η Αγγλική φίρμα ξεκίνησε να παράγει δίκυκλα.
Ταυτόχρονα τοποθετήθηκε και υδρόψυξη χωρίς όμως να διακρίνονται οι σωληνώσεις και οι καλωδιώσεις της.
Το θαύμα όμως έρχεται από την καρδιά της και συγκεκριμένα τον κινητήρα της T 120 με την υψηλή ροπή των 10,7 χλγ./ 3.500 σ.α.λ. και με την ιπποδύναμη των 80 ίππων/ 6.500 σ.α.λ.
Ο κινητήρας αυτός με τον πιο ελαφρωμένο στρόφαλο των 270 μοιρών με αντικραδασμικούς άξονες, με ανασχεδιασμένη την καμπάνα του συμπλέκτη, τοποθετήθηκε σε ένα ατσάλινο διπλό περιμετρικό πλαίσιο.
Με αυτή τη νέα σχεδίαση και την τοποθέτηση αλουμινένιων στεφανιών στους τροχούς οι Εγγλέζοι μηχανικοί ελάφρωσαν το βάρος της μοτοσικλέτας της δοκιμής μας κατά επτά (7) κιλά, ρίχνοντας το συνολικό της βάρος στα 236 κιλά που είναι γεμάτη.
Παραλαμβάνοντας την μοτοσικλέτα από την αντιπροσωπεία της Ηλιοφίλ, μας άρεσε με την πρώτη ματιά το μαύρο σε σύνολο χρώμα της.
Σε νίκελ χρώμιο διακρίνονται τα δύο, ένα από κάθε μεριά, σήματα της ομώνυμης μάρκας στο ρεζερβουάρ της, οι δύο νίκελ ολόσωμες εξατμίσεις της, μία από κάθε πλευρά της κεφαλής του κινητήρα, που καταλήγουν κάτω και φτάνουν μέχρι πίσω συντροφεύοντας το ψαλίδι της.
Γυρίζω τον διακόπτη με το κλειδί στη θέση ον, τα αναλογικά ταχύμετρο και στροφόμετρο με τις δύο μικρές LCD οθόνες ενεργοποιούνται με τις αντίστοιχες φωτεινές λυχνίες να ανάβουν, και πατώντας το μπουτόν της μίζας ο κινητήρας της Bonneville έρχεται αμέσως εν ζωή.
Παράγει όμως ένα μπάσο μελωδικό ήχο από τις δύο εξατμίσεις της, που η μελωδία του αυτή σε κάνει αμέσως χωρίς κανένα ενδοιασμό να ταξιδέψεις στο χρόνο σαν σε χρονοκάψουλα ενώ κινείσαι στο σήμερα !
Η σέλα της φαρδιά και άνετη σε ένα ιδανικό ύψος στα 790 χιλ.
Πρώτη ταχύτητα στο κιβώτιο και μέσα από την Καλλιρόης κατεβαίνω τη Λεωφόρο Συγγρού. Μέσα στην κίνηση της πόλης είναι ικανοποιητική. Παρόλο που εξέχουν οι καθρέπτες της αριστερά-δεξιά και το σχετικά χαμηλό ύψος του τιμονιού της, είναι φαινόνενο που το συνηθίζεις πολύ γρήγορα, όπως περνάς ανάμεσα από τα σταματημένα αυτοκίνητα.
Σε επιτόπου μανούβρες αισθάνεσαι το βάρος της, στα ανοικτά κομμάτια όμως ξεδιπλώνει κυριολεκτικά της αρετές της.
Ενώ ήδη κινούμε επί της λεωφόρου, με την κίνηση να μικραίνει, βρίσκω το χώρο και αλλάζω όλες τις ταχύτητες στο κιβώτιο της.
Επιταχύνει πολύ σβέλτα ανεβάζοντας αβίαστα και απόλυτα γραμμικά τις στροφές του κινητήρα της.
Εκεί αντιλαμβάνεσαι γιατί η συγκεκριμένη μοτοσικλέτα αντιστέκεται στο πέρασμα του χρόνου.
Γιατί η ροπή και η δύναμη της είναι πληθωρικές και ιδανικές.
Η άφθονη ροπή της επιτρέψτε μου να πω: πως είναι όλα τα λεφτά ….!
Η Triumph T 120 είναι τόσο πολύ γραμμική με την πληθωρική και τη μεγάλη ροπή του κινητήρα της, που διαθέτει ένα πολύ μεγάλο σχεδόν ατελείωτο τράβηγμα του.
Όποια ταχύτητα αν έχεις στο κιβώτιο ταχυτήτων της, ανεξάρτητα με πόσα χιλιόμετρα κινείσαι, αρκεί μόνο να δώσεις εντολή για επιτάχυνση και μαγικά επιταχύνει χωρίς κανένα δισταγμό.
Ακόμα και αν κρατήσεις το γκάζι θετικά ανοικτό μέχρι τις 7.000 σ.α.λ. λίγο πριν την κόκκινη περιοχή του, η δύναμη του δεν σταματάει με αποτέλεσμα η επιτάχυνση μαζί της να είναι ιδιαίτερα γρήγορη.
Με αυτές τις κινήσεις έχω ήδη φτάσει στο τέλος της λεωφόρου Συγγρού και σκέφτομαι πιο δρόμο να τραβήξω.
Να πάω αριστερά για Σούνιο ή δεξιά προς Πειραιά ;
Διαλέγω γρήγορα τη δεύτερη επιλογή και αποφασίζω να κάνω επίσκεψη στο Hellas Liberty, το πλωτό βαπόρι κόσμημα που λειτουργεί σαν μουσείο του 2ου Παγκοσμίου Πολέμου.
Πορεία προς Πειραιά λοιπόν στο σημείο που είναι αγκυροβολημένο το βαπόρι μέσα στο κέντρο του λιμανιού στην ακτή Βασιλειάδη στην πύλη Ε2.
Μέσα στο λιμάνι με τα πολλά φανάρια όπου χρειάστηκε να φρενάρω με τα δύο μπροστινά δισκόφρενα των 310 χιλ. με τις διπίστονες πλευστές δαγκάνες της Brembo σε συνδυασμό με το πίσω δισκόφρενο των 255 χιλ. με τη πλευστή δαγκάνα της Nissin, ακινητοποιούν το σύνολο πολύ άμεσα και δυνατά. Το ABS υπάρχει για ακόμη μεγαλύτερη ασφάλεια, αλλά δεν χρειάστηκε να επέμβει πουθενά.
Φτάνοντας στο Hellas Liberty στο πλωτό αυτό μουσείο της νεότερης ναυτικής μας παράδοσης μεταφερθήκαμε πίσω στο χρόνο, μαθαίνοντας τον έξυπνο τρόπο του πως ναυπηγήθηκαν 2.720 βαπόρια μεταξύ του 1942-44 ανεφοδιάζοντας με υλικά τους συμμάχους στην Ευρώπη εναντίων του άξονα.
Ουσιαστικά πέτυχαν, αφού χώρισαν ανά ομάδες τα βασικά τμήματα του βαποριού, να τα συναρμολογούν με ηλεκτροσυγκολλήσεις κερδίζοντας πολύτιμο χρόνο. Σε αυτό το μηχανολογικό θαύμα, βοήθησαν και πολλές γυναίκες μαθαίνοντας την τέχνη σε ταχύρυθμα σχολεία.
Μετά το πέρας των πολεμικών επιχειρήσεων του Β´ Παγκοσμίου Πολέμου, όσα πλοία κατάφεραν και επέζησαν αυτού και των γερμανικών υποβρυχίων, 100 σε αριθμό από αυτά παραχωρήθηκαν από την Αμερική κυβέρνηση προς την χώρα μας, με την εγγύηση του Ελληνικού κράτους. Στη συνέχεια αυτά τα liberty’s τα ανέλαβαν Ελληνικές οικογένειες της ναυτιλίας που βοήθησαν στην αναγέννηση της εμπορικής ναυτικής μας παράδοσης.
Μετά την όμορφη ξενάγηση μας, βρεθήκαμε ξανά επάνω στην άνετη και φαρδιά σέλα της Bonneville με πορεία δυτικά προς Δραπετσώνα -Σχιστό -Περιφερειακή Αιγάλεω με κατεύθυνση προς Πάχη Μεγάρων.
Στρίβοντας την πληθωρική μας Αγγλίδα, ο μπροστινός τροχός των 18 ιντσών με διάσταση ελαστικού 100/90-18 σε συνδυασμό με το πίσω 17 άρι με ελαστικό 150/70-17 με τα λάστιχα Phantom της Pirelli, προσφέρουν σιγουριά, αρκεί να δώσεις σαν αναβάτης την εντολή πιέζοντας με τα πόδια επάνω στους μαρσπιέδες προς πια κατεύθυνση επιλέγεις να κινηθείς αριστερά ή δεξιά ανάλογα τη στροφή του δρόμου.
Το χαμηλό κέντρο βάρους της βοηθάει σε αυτό, χρειάζεται όμως και μια δική σου προσπάθεια σαν οδηγός της, που σε κάνει να συμμετέχεις ενεργά κατά τη διάρκεια των στροφών. Όσο πιο ανοικτές οι στροφές χρειάζεται λιγότερη προσπάθεια, ενώ όσο πιο κλειστές θέλεις λίγο περισσότερη με πιο θετικό έλεγχο του γκαζιού της.
Στην ανηφόρα του Σχιστού που λειτουργεί και σαν δυναμόμετρο, ανοίγοντας από στάση όλο το δεξιό καρπό ( full open στην αγγλική ορολογία στο τέρμα ανοικτό γκάζι), αλλάζοντας όλες τις σχέσεις στο κιβώτιο, απλά εκσφενδονίζεσαι μαζί της.
Εκεί φαίνεται η ιδανική σχεδίαση του ρεζερβουάρ σε σχήμα δάκρυ των 14,5 λίτρων χωρητικότητας του, αφού για να κρατηθείς πάνω της αρκεί να το σφίξεις με τα γόνατα και τους μηρούς σου.
Όσο πιέζεις τους μηρούς σου στο πίσω μέρος του τόσο αριστερά όσο και δεξιά, ουσιαστικά μαγκώνεις στην κυριολεξία πίσω του και γίνεσαι ένα σώμα κουμπώνοντας μαζί του.
Φοβερή αίσθηση με αυτή την κίνηση.
Εδώ συμπυκνώνεται όλη η γοητεία της Τ 120.
Και καταλαβαίνεις γιατί έχουν τοποθετηθεί δύο ελαστικά προστατευτικά βοηθήματα που εδράζονται στο ρεζερβουάρ σε εκείνα τα σημεία που ακουμπούν τα γόνατα επάνω του.
Γιατί βοηθούν με τη σειρά τους τα μέγιστα σε αυτή την κίνηση.
Ο δρόμος τελειώνει γρήγορα, και βρισκόμαστε στην εθνική οδό Αθηνών Κορίνθου προς τα διόδια της Ελευσίνας. Πριν τα διόδια κάνουμε δεξιά και διαλέγουμε την παλιά εθνική προς Κακιά Σκάλα.
Ιδανικός καιρός, ηλιόλουστη ημέρα με θερμοκρασία περιβάλλοντος τους 23 βαθμούς Κελσίου.
Οι ρυθμοί μας πέφτουν και απολαμβάνουμε το τοπίο με τις όμορφες εικόνες που παρατηρούμε εμπρός και στο πλάι μας.
Αριστερά μας η θάλασσα με ήρεμα και καταγάλανα νερά χωρίς κύμα και αέρα, δεξιά οι απόκρυμνοι βράχοι της περιοχής με μικρά ανθισμένα λουλούδια. Έχουμε μπει σε ανοιξιάτικο περιβάλλον και σύντροφος μας εκτός από την Bonneville είναι η ροή του αέρα που έρχεται πάνω μας από την ροή της κίνησης μας.
Πανδαισία όλων των αισθήσεων που απολαμβάνεις οδηγώντας την Triumph των τριών γενεών εξέλιξη.
Σε όλα αυτά μαζί βάλτε ακόμη μια παράμετρο, της αίσθησης του ήχου που έρχεται από την μελωδία των εξατμίσεων….!
Μαγεία κυριολεκτικά ενώ εσύ αφήνεσαι μέσα σε αυτή τη ροή να χαίρεσαι το κάθε μέτρο, το κάθε χιλιόμετρο της πορείας σου.
Οι αναρτήσεις της περνούν την όποια ανωμαλία του οδοστρώματος με άνεση, με σύμμαχο το συμβατικό πιρούνι με διάμετρο 41 χιλ. σε συνεργασία με τα δύο διπλά αμορτισέρ πίσω διαθέτοντας και προφόρτιση ελατηρίου, ανάλογα με το βάρος οδηγού – συνοδηγού.
Τα χιλιόμετρα περνούν όμορφα και ξεκούραστα, φτάνοντας στην Πάχη.
Σταματάμε στο μικρό λιμανάκι της περιοχής κοιτώντας για μια ακόμη φορά την ήρεμη θάλασσα.
Έχουμε παρκάρει σε κεντρικό σημείο και στη διάρκεια του χρόνου ακολουθούν αρκετές μοτοσικλέτες με σκοπό την στάση για καφέ ή φαγητό.
Άσχετα με τη μοτοσικλέτα οδηγούσαν οι άλλοι αναβάτες, όλοι τους μα όλοι τους χωρίς εξαίρεση, κοιτούσαν την Triumph Bonneville T 120 με θαυμασμό και μια επιθυμία. Να την οδηγήσουν κάποια στιγμή.
Η διαχρονική της αξία σαν μια ιδανική μοτοσικλέτα είναι κάτι που υπάρχει στο DNA της και την ακολουθεί παντού και πάντα.
Απολαύσαμε την όμορφη στάση μας μαζί της και ήρθε η ώρα της επιστροφής στη βάση μας.
Αυτή τη φορά διαλέξαμε στην νέα Εθνική Οδό προς Αθήνα.
Κινούμαστε πιο σβέλτα με μια περίσσια ασφάλεια. Μοναδικό μειονέκτημα της η παντελής έλλειψη προστασίας από τον αέρα που είναι λογικό να συμβαίνει όταν τα χιλιόμετρα ανέβουν αρκετά σε τριψήφια νούμερα και κοντά στην τελική των 210 χιλιομέτρων της. Εκεί και μετά τα 150 χρειάζεται να κρατηθείς από τον αέρα που σε μαστιγώνει. Όταν όμως κινείσαι με ταχύτητες μεταξύ 120-140 χιλιομέτρων τότε όλα είναι ιδανικά. Πιο κάτω και λίγο πριν συναντήσουμε την Αττική οδό έχει ρίξει μια ανοιξιάτικη μπόρα. Το οδόστρωμα είναι ακόμη βρεγμένο, χωρίς εμείς να συναντήσουμε βροχή.
Κανένα πρόβλημα όμως, γιατί αλλάξαμε το ride mode από το road σε rain και συνεχίσανε έται μέχρι τη βάση μας.
Αν θέλεις υπάρχει η δυνατότητα να κάνεις και χρήση του cruise control για ακόμη μεγαλύτερη άνεση κατά την οδήγηση σου.
Στον στάνταρ εξοπλισμό της εκτός του ABS υπάρχει και traction control με δυνατότητα απενεργοποίησης του από τον αναβάτη, LED φώτα ημέρας, παροχή φόρτισης USB κάτω από τη σέλα και immobilizer.
Ένα είναι σίγουρο, όσο οδηγείς την Τ 120 τόσο πιο πολύ οικεία νιώθεις μαζί της, νομίζεις ουσιαστικά ότι συμβιώνεις για πολλά χρόνια.
Η τρίτης γενιάς Triumph Bonneville είναι πολύ σταθερή στην πορεία της συνδυάζοντας μια μοντέρνα κλασική μοτοσυκλέτα με ότι πιο σύγχρονο υπάρχει σε τεχνολογία αυτή τη στιγμή.
Με τιμή κτίσης τις 14.290 ευρώ, με δύο χρόνια εγγύηση καλή λειτουργίας, με σέρβις στα 16.000 χιλιόμετρα ή σε 12 μήνες βάση εντολής κατασκευαστή όποιο έρθει πρώτο από τα δύο, και με κατανάλωση μικτής χρήσης περίπου 5 λίτρα/ 100 χιλιόμετρα, αποτελεί μια ενδιαφέρουσα και μοναδική επιλογή.
Η ατελείωτη ροπή της, σε συνδυασμό με τον μοναδικό ήχο της, τη διαχρονική της αξία και την ποιότητα κατασκευής της την τοποθετούν στην κορυφή της κατηγορίας της και όλα αυτά σε μια αρμονία του παλιού με το καινούργιο. Β.Ο.
Πρόσφατα Σχόλια